Report / Europe & Central Asia 3 minutes

Επανένωση της Κύπρου: Η Ευνοϊκότερη έως τώρα Συγκυρία

  • Share
  • Αποθήκευση
  • Εκτύπωση
  • Download PDF Full Report

ΣΥΝΟΨΗ

Μια νέα ειρηνευτική διαδικασία στην Κύπρο προσφέρει την καλύτερη εδώ και δεκαετίες ευκαιρία για να δοθεί ένα τέλος στην αδιέξοδη διχοτόμηση του νησιού. Η μεταστροφή αυτή οφείλεται εν πολλοίς στην απροσδόκητη εκλογή του Δημήτρη Χριστόφια στην Ελληνοκυπριακή Προεδρία. Μαζί με τον Τουρκοκύπριο ομόλογό του, Μεχμέτ Αλί Ταλάτ, εκδηλώνουν την πολιτική βούληση να καταστήσουν τις πρόσφατες συνομιλίες, που διεξάγονται με τη μεσολάβηση των Ηνωμένων Εθνών, επιτυχείς. Ο ρόλος σημαντικών παραγόντων, όπως η Τουρκία, είναι εποικοδομητικός. Ο υπόλοιπος κόσμος, ιδιαίτερα τα Ηνωμένα Έθνη και η Ευρωπαϊκή Ένωση, χρειάζεται να δραστηριοποιηθεί προς υποστήριξη μιας ολοκληρωμένης διευθέτησης που θα βελτιώσει την ασφάλεια και την ευημερία της Κύπρου, θα επιτρέψει στην Τουρκία να συνεχίσει την ενταξιακή πορεία της στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και θα ξεπεράσει ένα πρόβλημα ολοένα και πιο ζημιογόνο για την πολιτική της ΕΕ στην περιοχή.

Από την πρώτη συνάντησή τους, στις 21 Μαρτίου 2008, οι κύριοι Χριστόφιας και Ταλάτ έχουν ανοίξει μία νέα δίοδο στην οδό Λήδρας, στην πρωτεύουσα Λευκωσία, και έχουν σημειώσει σταθερή πρόοδο στις προπαρασκευαστικές συνομιλίες. Σε κοινή δήλωσή τους, στις 23 Μαΐου, δεσμεύτηκαν για τη σύσταση μιας δικοινοτικής, διζωνικής ομοσπονδίας (σαν συνεταιρισμό) με μια ενιαία διεθνή ταυτότητα και δύο ισότιμα συστατικά κράτη. Οι δύο πρόεδροι αναμένεται να συναντηθούν εκ νέου στα τέλη Ιουνίου και να ανακοινώσουν τη συμφωνία τους σε μια σειρά μέτρων για τη βελτίωση του συντονισμού μεταξύ των δύο κοινοτήτων στους τομείς της υγείας, της οδικής ασφάλειας και του περιβάλλοντος.

Και οι δύο πλευρές γνωρίζουν ότι αυτή είναι μόνο η αρχή, αλλά συνάμα κι η τελευταία ευκαιρία για την επανένωση του νησιού στο προσεχές μέλλον. Πολλές δυνάμεις που προωθούν τη διχοτόμηση έχουν αναδειχθεί, αφότου το Σχέδιο Ανάν έγινε δεκτό από τους Τουρκοκύπριους αλλά απορρίφθηκε από τους Ελληνοκύπριους με το δημοψήφισμα του 2004. Ενδεχόμενη αποτυχία σε αυτές τις διαπραγματεύσεις θα πυροδοτούσε έναν κύκλο πολιτικής μνησικακίας και δυσπιστίας στο νησί, θα περιέπλεκε περαιτέρω τις ευρωτουρκικές και ευρωνατοϊκές σχέσεις, θα καθιστούσε το Κυπριακό μια διαρκή ενόχληση στην καρδιά της ΕΕ, και -αν η ρητορική του 2007 με αφορμή τις έρευνες για εντοπισμό πετρελαίου στην Κύπρο ήταν ενδεικτική- θα προκαλούσε νέες στρατιωτικές εντάσεις στο νησί.

Κατά την προετοιμασία και στη διάρκεια των ολοκληρωμένων συνομιλίων, ομάδες εργασίας και τεχνικές επιτροπές θα πρέπει να συνεχίσουν να συσκέπτονται για την ανάπτυξη εναλλακτικών, τις οποίες θα εξετάσουν οι ηγέτες. Η δεδομένη δυναμική θα πρέπει να διατηρηθεί. Σε αμφότερα τα μέρη οι σκεπτικιστές και οι εθνικιστές περιμένουν την ευκαιρία για να υποσκάψουν τις συνομιλίες. Πράγματι, οι επικρίσεις κατά της διαδικασίας από τους αδιάλλακτους πρώην ηγέτες, Τάσσο Παπαδόπουλο -τον Ελληνοκύπριο πρόεδρο, ο οποιος δεν επανεξελέγη τον Φεβρουάριο του 2008- και τον Ραούφ Ντενκτάς –για χρόνια κυρίαρχο στην τουρκοκυπριακή πλευρά- προσδίδουν ιδιαίτερη έμφαση στην προσήλωση των κυρίων Χριστόφια και Ταλάτ για την εξεύρεση μιας λύσης.

Η θέση της Τουρκίας είναι ζωτικής σημασίας, δεδομένης της γεωγραφικής εγγύτητας, των στρατευμάτων που διατηρεί στο νησί, και της ευρείας υποστήριξης που παρέχει στην τουρκοκυπριακή διοίκηση. Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, όπως και το 2004, υποστηρίζει τη διαδικασία διευθέτησης και το Υπουργείο Εξωτερικών δηλώνει αποφασισμένο να βρεθεί μια λύση. Οι τουρκικές ένοπλες δυνάμεις επιμένουν, όπως το 2004, στην αποδοχή της απόσυρσης των στρατευμάτων ως αντάλλαγμα σε μια ορθή συμφωνία και ο μέχρι στιγμής ρόλος τους έχει υπάρξει εποικοδομητικός. Η τουρκοκυπριακή πλευρά δηλώνει ότι έχει την πλήρη υποστήριξη της Άγκυρας για την εξεύρεση συμφωνίας μέσα στα καθιερωμένα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών. Οι πιθανότητες για επιτυχή έκβαση θα ήταν αυξημένες σε περίπτωση λιγότερο έντονης εσωτερικής πολιτικής αναστάτωσης στην Τουρκία που προκλήθηκε από τη δικαστική προσφυγή εναντίον του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, αλλά οι εσωτερικές διενέξεις δεν υποβοηθούν την πρόοδο που σημειώνεται στην Κύπρο.

Σημαντικό εμπόδιο αποτελεί η έλλειψη εμπιστοσύνης μεταξύ των Ελληνοκύπριων και της Τουρκίας. Η Άγκυρα παραμένει επιφυλακτική σχετικά με τις προθέσεις των Ελληνοκυπρίων, παρά τη μεταστροφή στις θέσεις τους υπό την ηγεσία του κυρίου Χριστόφια, και οι Ελληνοκύπριοι παραμένουν πεπεισμένοι ότι η Τουρκία είναι ανειλικρινής και αναξιόπιστη. Τα δύο μέρη γνωρίζονται ελάχιστα μεταξύ τους, αφού δεν διατηρούν επικοινωνία για 40 χρόνια, και όλοι φαντάζουν έτοιμοι να πιστέψουν την ακραία ρητορική των εθνικιστικών Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης. Η Άγκυρα πρέπει να έρθει σε επικοινωνία με τους Ελληνοκύπριους, παρότι αρνείται να αναγνωρίσει ότι η κυβέρνησή τους εκπροσωπεί τα συμφέροντα ολόκληρου του νησιού, όπως ακριβώς και οι Ελληνοκύπριοι πρέπει να εργαστούν πιο πρόθυμα με τον επί μακρόν υφιστάμενο τουρκοκυπριακό διοικητικό μηχανισμό. Τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και άλλοι εξωτερικοί παράγοντες μπορούν να διευκολύνουν την επικοινωνία μεταξύ των μερών.

Ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών θα πρέπει να ορίσει έναν νέο υψηλά ιστάμενο ειδικό απεσταλμένο για να διευκολύνει τις συνομίλιες και να καταστήσει βέβαιο ότι όλοι οι περιφερειακοί και διεθνείς παράγοντες είναι πλήρως ενήμεροι και εκδηλώνουν τη συμπαράστασή τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία ενδέχεται να υποστεί φθορά σε πολλούς τομείς της πολιτικής της, σε περίπτωση που διαρραγούν οι σχέσεις μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκίας, οφείλει να εμπλακεί εντονότερα στη διαδικασία, προετοιμάζοντας από τώρα τους ανάλογους οικονομικούς μηχανισμούς υποστήριξης της όποιας διευθέτησης.

Η οικονομία και η ασφάλεια των δύο κοινοτήτων στην Κύπρο, όπως επίσης και της Τουρκίας, θα επωφεληθούν σημαντικά από μια ορθή και ολοκληρωμένη διευθέτηση υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Καθώς θα εργάζονται για δύσκολους συμβιβασμούς, όλα τα μέρη θα πρέπει να ξεπεράσουν οδυνηρές μνήμες και την πρότερη δυσπιστία, για να επικεντρωθούν στο δεδομένο στόχο.

Λευκωσία / Κωνσταντινούπολη / Βρυξέλλες, 23 Ιουνίου 2008

Executive Summary

A new peace process in Cyprus offers the best opportunity in decades to solve the intractable division of the island. The turnabout is largely due to the surprise election of Demetris Christofias to the Greek Cypriot presidency. He, together with his Turkish Cypriot counterpart, Mehmet Ali Talat, are demonstrating political will to make the current UN-mediated talks succeed. Key players like Turkey are being constructive. The outside world, particularly the UN and European Union (EU), needs to fully engage in support of a comprehensive settlement that will improve Cypriot security and prosperity, free Turkey to continue its movement into Europe and overcome a problem that is increasingly damaging to EU policy in the region and beyond.

Related Content

Since their first meeting on 21 March 2008, Christofias and Talat have opened a new crossing at Ledra Street in the capital, Nicosia, and made solid progress in preparatory talks. In a joint statement on 23 May, they committed to establishing a bicommunal, bizonal federation as a partnership with a single international identity and two equal Constituent States. The presidents are expected to meet again on 1 July and announce agreement on measures to improve bicommunal coordination in health, road safety and the environment. Either then or at the latest in mid-July, they should press forward and announce a 1 September 2008 start for full-fledged negotiations.

Both sides know this is only a beginning, but that it could be the last chance for reunification for the foreseeable future. Several dynamics encouraging partition have emerged since the Annan Plan was accepted by the Turkish Cypriots but rejected by the Greek Cypriots in 2004 referendums. Failure in these negotiations would trigger a cycle of vengeful politics and mistrust on the island; further complicate EU-Turkey and EU-NATO relations; make the Cyprus problem a permanent irritant in the heart of the EU; and, if the 2007 rhetoric over Cypriot oil prospecting was an indication, bring new military tensions to the island.

In the run-up to and during the full-fledged talks, working groups and technical committees should continue to meet to develop options for the leaders to discuss. Momentum must be maintained. Sceptics and nationalists on both sides are waiting for opportunities to derail the talks. Indeed, criticism of the process from the former hardline leaders, Tassos Papadopoulos, the Greek Cypriot president who lost his re-election bid in February 2008, and Rauf Denktash, for decades the Turkish Cypriot strongman, underlines how committed Christofias and Talat are to reaching a solution.

The position of Turkey is crucial, given its geographic proximity, large garrison on the island and extensive support for the Turkish Cypriot administration. The ruling AK Party government is supporting the settlement process as it did in 2004, and the foreign ministry says it is determined to reach a solution. The Turkish military is sticking to its 2004 acceptance of troop withdrawals in return for the right deal and has been constructive so far. The Turkish Cypriots say they have Ankara’s full backing to reach agreement along the well-established UN parameters. Chances of success would be higher if there was less internal political turmoil in Turkey due to the court case against the AK Party, but domestic disputes do not rule out progress on Cyprus.

Distrust between Greek Cypriots and Turkey is a key obstacle. Ankara remains suspicious of the Greek Cypriots’ intentions, despite a turnabout in their position under Christofias, and Greek Cypriots remain convinced that Turkey is insincere and unreliable. These two parties barely know each other, having not talked for 40 years, and are all too ready to believe extremist rhetoric in nationalist media. Ankara should communicate with Greek Cypriots, even as it refuses to recognise their government as representing all interests on the island, just as Greek Cypriots should work more willingly with the longstanding Turkish Cypriot administrative structures. EU states and other external parties can facilitate better communication.

The UN Secretary-General should appoint a new high-level special adviser to facilitate the full-fledged talks and ensure that all regional and other international players are fully informed and supportive. The EU, which risks real damage to many areas of policy if the Greek Cypriot-Turkish relationship breaks down, must engage more with the process, including making preparations now for financial instruments to support any settlement.

The economy and security of both communities on Cyprus, as well as Turkey, would significantly benefit from the right comprehensive settlement under the EU roof. As they work for difficult compromises, all should move beyond painful memories and past distrust to focus on this goal.

Nicosia/Istanbul/Brussels, 23 June 2008

Subscribe to Crisis Group’s Email Updates

Receive the best source of conflict analysis right in your inbox.